ἔψυξα

ἔψυξα
ἔψῡξα , ψύχω
Phdr..
aor ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ψύχω — έψυξα, ψύχτηκα, ψυγμένος, κάνω κάτι ψυχρό, το παγώνω, το κρυώνω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψύχω — ψύχω, έψυξα βλ. πίν. 31 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”